Τρίτη 25 Μαΐου 2010

Ένα φανταστικό τριήμερο









Παρασκευή 21 Μαΐου 2010

Η μέρα που γιόρταζε η μισή Ελλάδα, αφού ήταν η γιορτή των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης. Οι περισσότεροι πήγαν σε γιορτές, χαρές και πανηγύρια. Ήταν και Παρασκευή, άρα βόλευε και για ξενύχτια, αφού ακολουθούσε Σαββατοκύριακο. Εγώ δεν γιόρταζα, αλλά ήμουν πολύ χαρούμενος γιατί ερχόταν τριήμερο και είχα κανονίσει να πάω εκδρομή με τους καλύτερους μου φίλους.


Σάββατο 22 Μαΐου

Έπρεπε να ξυπνήσω νωρίς για την εκδρομή. Με τόσες ώρες οδήγησης καλό ήταν να προλάβουμε πριν βγει ο ήλιος. Αφού μαζευτήκαμε όλοι, ξεκινήσαμε την τριήμερη εκδρομή μας. Μέσα στο αυτοκίνητο ησυχία. Οδηγώντας η μόνη μου παρέα ήταν το ραδιόφωνο, αφού όλοι οι υπόλοιποι κοιμόντουσαν. Φτάνοντας στην εξοχή η μόνη μας σκέψη ήταν να φάμε. Αφού φάγαμε τις τυρόπιτές μας, τακτοποιήσαμε τα πράγματά μας.

Η μέρα κυλούσε ευχάριστα στην εξοχή παίζοντας τάβλι, χαζεύοντας τη θέα στη βεράντα και πίνοντας φυσικό χυμό, ενώ άλλοι κοιμόντουσαν ακόμα από την ώρα που φτάσαμε. Όμως φτάνοντας το μεσημέρι και γουργουρίζοντας τα στομαχάκια μας, θέλαμε πριν πάμε σε ταβερνάκι να φάμε, να πάμε για μπανάκι στην παραλία, αλλά ο καιρός δε μας έκανε το χατίρι. Είχε λίγο ήλιο, αλλά η θερμοκρασία ήταν πιο χαμηλή από του 30 βαθμούς κελσίου και δε μας έκανε αίσθηση για μπάνιο. Έτσι, δεν βλέπαμε την ώρα να φάμε τα μπριζολάκια μας σε ένα παραλιακό παραδοσιακό ταβερνάκι.

Ήταν τόσο ωραία η θέα και το φαγητό, που δεν θέλαμε να σηκωθούμε. Φεύγοντας από το ταβερνάκι πήγαμε σε μια καφετέρια, να πιούμε τα καφεδάκια μας και να φάμε τα παγωτάκια μας. Αράξαμε στην πρώτη καφετέρια που βρήκαμε μπροστά μας. Η σερβιτόρα ήταν πολύ όμορφη και βλέποντάς την η καρδιά μου φτερούγισε. Είχα πολύ καιρό να νιώσω τέτοια συναισθήματα και αυθόρμητα την φλέρταρα. Δεν έδειχνε να της αρέσει και έτσι δεν έδωσα συνέχεια.

Όλη την υπόλοιπη μέρα σκεφτόμουν έντονα την όμορφη σερβιτόρα της καφετέριας. Δεν είχα διάθεση για τίποτα άλλο. Οι φίλοι μου βλέποντας να έχω χάσει τη διάθεσή μου από την "χυλόπιτα", με παρότρυναν να βγούμε το βράδυ για ποτό. "Εκεί που θα πάμε θα βρεις καλύτερες" μου λέγανε, όμως καμία δεν θα είναι καλύτερη σκεφτόμουν. Τελικά με πείσανε και ετοιμαστήκαμε για τη βραδινή έξοδο.

Πίνοντας τα ποτάκια μας έγινε κάτι που δεν περίμενα με τίποτα να γίνει. Ήρθε μια κοπέλα από πίσω, μου χάιδεψε την πλάτη και με φλέρταρε. Περίεργο είπα. Σίγουρα κάποια τσούπρα από τους φίλους μου, μου έκαναν πλάκα. Γύρισα να δω και εκεί σταμάτησε ο χρόνος. Ήταν η σερβιτόρα της καφετέριας. Η μόνη μου απορία ήταν αφού τελικά με ήθελε, γιατί στην καφετέρια δεν ανταποκρίθηκε. Μου απάντησε η Ζωή (έτσι έλεγαν την σερβιτόρα) ότι όταν δουλεύει δεν επιτρέπεται να φλερτάρει με τους πελάτες. Έτσι, τα βέλη του έρωτα βρήκαν στόχο τις καρδιές μας. Από εκείνη τη στιγμή η νύχτα απέκτησε νόημα. Να μην πω λεπτομέρειες για εκείνο το βράδυ. Θα πω ότι το επόμενο πρωί με βρήκε στο σπίτι της Ζωής και μάλιστα στην κρεβατοκάμαρα.


Κυριακή 23 Μαΐου

Ξυπνώντας διαπίστωσα ότι πέρασα υπέροχα το βράδυ που πέρασε. Το μόνο που προσπαθούσα να θυμηθώ, ήταν τι απέγιναν οι φίλοι μου. Εγώ πέρασα τέλεια, αλλά τα παιδιά που πήγαν μετά το μπαρ; Ένιωθα τύψεις που τους εγκατέλειψα, αλλά προσπαθούσα να διώξω τις τύψεις με την σκέψη ότι αν τύχαινε σε οποιοδήποτε φίλο μου κάτι αντίστοιχο, δεν θα είχα κανένα πρόβλημα. Επικοινώνησα με τα παιδιά και εννοείται πως δεν είχαν κανένα πρόβλημα να περάσω όλη τη μέρα με την "ηλιοστάλαχτη" σερβιτόρα. Έτσι και έγινε, αφού δε δούλευε την Κυριακή γιατί είχε ρεπό. Πήγαμε παραλία, φάγαμε μαζί, πήγαμε βόλτα στο λιμάνι με τα πόδια. Ήταν σα να την ήξερα χρόνια, όμως δεν την ήξερα ούτε μια μέρα ακόμα. Το βράδυ μείναμε στο σπίτι της. Η Κυριακή ήταν η ομορφότερη μέρα του τριημέρου.


Δευτέρα 24 Μαΐου

Μόλις ξύπνησα τη Δευτέρα απογοητεύτηκα, γιατί διαπίστωσα ότι ήταν η μέρα που έπρεπε να φύγουμε για την Αθήνα. Θα αφήναμε την εξοχή, την ξεγνοιασιά, την ηλιστάλαχτη. Και εκεί που στεναχωριόμουν, έρχεται το "φιλί της Ζωής". Μου είπε ότι πήρε άδεια και θα κατέβει μαζί μας Αθήνα. Έτσι λοιπόν φύγαμε νωρίς τη Δευτέρα, για να αποφύγουμε την κίνηση, αφού όλοι θα επέστρεφαν από το τριήμερο. Μόνο που δεν επιστρέψαμε όσοι πήγαμε, αλλά με ένα μέλος παραπάνω. Την Ζωή.

Φτάνοντας λοιπόν στην Αθήνα και αφήνοντας ένα ένα τα παιδιά στα σπίτια τους, έμεινα εγώ και η Ζωή. Πηγαίνοντας σπίτι είχα ένα άγχος για το πως θα παρουσιάσω τη Ζωή στους γονείς μου. Μια μέρα την ήξερα όλη κι όλη και θα την φιλοξενήσω στο σπίτι; Ποιος θα άκουγε τους γονείς μου. Όμως μπαίνοντας στο σπίτι βρήκα ένα σημείωμα από τους γονείς μου, που έλεγε ότι έχουν βγει και θα αργήσουν να έρθουν. Είχαμε το σπίτι και όλη τη μέρα μπροστά μας.

Με όλα αυτά που γίνονταν δεν τα πίστευα πια. Για να πειστώ ήθελα να με τσιμπήσει κάποιος. Τσιμπήθηκα μόνος μου, αλλά δεν καταλάβαινα τσίμπημα. Και πως να καταλάβω, αφού όλα αυτά δεν έγιναν, αλλά τα φαντάστηκα. Γι' αυτό πέρασα ένα φανταστικό τριήμερο!

Σάββατο 15 Μαΐου 2010

Αν γινόμουν Θεός για λίγο...







Αν γινόμουν έστω για μια ώρα Θεός, θα άλλαζα πολλά. Κατ' αρχήν θα άλλαζα αυτούς τους απαίσιους πολιτικούς μας, που έχουν καταστρέψει τη χώρα. Μαζί με αυτούς το εκπαιδευτικό σύστημα, αλλά και το σύστημα της υγείας σ' αυτή τη χώρα. Θα άλλαζα επίσης και την τσιμεντοποίηση της πόλης μας που έχει γίνει ανυπόφορη. Θα πρόσθετα πολύ περισσότερα δέντρα και σίγουρα ένα μεγάλο ποτάμι, όπως έχουν οι περισσότερες Ευρωπαϊκές πόλεις. Οπωσδήποτε θα ήθελα να αλλάξω τη νοοτροπία του Έλληνα, που σκέφτεται μόνο τον εαυτό του και ποτέ το σύνολο.

Δεν θα άλλαζα μόνο τους άλλους, αλλά σίγουρα και εμένα σε πολλούς τομείς. Την αντικοινωνικότητά μου, την τσιγκουνιά μου, την αυτοπεποίθησή μου που δεν έχω καθόλου, σχεδόν τα πάντα πάνω μου εσωτερικά και εξωτερικά. Ένα όμως δεν θα άλλαζα με τίποτα όσα χρόνια και να γινόμουν Θεός. Την τύχη μου!